Πώς μπορούμε ως γονείς να θέσουμε όρια σε ένα παιδί, χρησιμοποιώντας άλλους τρόπους πέρα από το θυμό, τις φωνές και τα νεύρα;

Ο θυμός είναι το συναίσθημα που προκύπτει, όταν συμβαίνει κάτι γύρω μας ή ακόμα και σε μας τους ίδιους, κάτι που είναι έξω από τα δικά μας δεδομένα, έξω από τη δική μας υποκειμενική πραγματικότητα. Όταν ο γονιός θυμώνει με το παιδί του και του το δείχνει, προσπαθεί να του δείξει πως αυτό που κάνει, ο τρόπος δηλαδή που συμπεριφέρεται το παιδί, δεν είναι αποδεκτός από τον ίδιο, δεν κρίνεται σωστός και ξεπερνά τα όρια. Το κάθε παιδί χρειάζεται από το γονιό να του διδάξει τα όρια και την αρμόζουσα συμπεριφορά σε κάθε δεδομένη περίσταση και χρονική στιγμή, για να μπορεί αυτό να συναναστρέφεται αρμονικά με τους υπόλοιπους γύρω του.

Μέχρι εδώ, η έντονη συναισθηματική κατάσταση που προκαλείται, όταν κάποιος συμπεριφέρεται πέρα από τα όρια είναι ΟΚ. Πώς, όμως, εκφράζεται αυτός ο θυμός?

Ο θυμός έχει αποδειχτεί ότι εκφράζεται με διάφορους τρόπους. Υπάρχει δυνατότητα να εκφραστεί λεκτικά και με χαμηλό τόνο της φωνής, εξηγώντας σε αυτόν που προκαλεί το θυμό (το παιδί), γιατί δεν είναι αποδεκτή η συμπεριφορά του. Ακόμη, έχουμε δει να εκφράζεται λεκτικά, αλλά με πολύ υψηλό τόνο φωνής, καθώς επίσης δια μέσου της τιμωρίας. Η τιμωρία είναι ένα συχνό μέσο που χρησιμοποιούν οι γονείς, για να νουθετήσουν το παιδί τους. Ο κάθε τρόπος έχει διαφορετικές συνέπειες στη συμπεριφορά του παιδιού και διαφορετικές επιπτώσεις στη συναισθηματική του κατάσταση. 

Ας μην ξεχνάμε ότι ένα παιδί θα κάνει λάθη. Θα συμπεριφερθεί με τρόπο που ξεπερνά τα όρια. Επίσης, οι γονείς κάνουν λάθη και θα συνεχίσουν να κάνουν λάθη και είναι ΟΚ!!!

Για το παιδί, η τιμωρία λειτουργεί σαν στέρηση. Συνήθως, σχετίζεται με στέρηση σε κάτι που το παιδί αγαπάει πολύ. Οι γονείς σκέφτονται πως, αν το παιδί στερηθεί αυτό που πολύ αγαπάει, τότε θα καταλάβει τι έκανε λάθος και δε θα το επαναλάβει. Στη λογική αυτή βασίζονται πολλοί γονείς, προκειμένου να κάνουν το παιδί τους να συνειδητοποιήσει το «λάθος» του και να συμπεριφερθεί με το «σωστό» τρόπο, κατ’ εκείνους. Αυτό αποτελεί ένα είδος αρνητικής ενίσχυσης για το παιδί, ώστε να μάθει να συμπεριφέρεται όπως οι γονείς του κρίνουν σωστό, για εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή.

Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε ότι, για να μάθει ένα παιδί πώς είναι καλό να συμπεριφέρεται σε συγκεκριμένες περιστάσεις της ζωής του και πού υπάρχουν όρια, οι γονείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν τόσο τη θετική όσο και την αρνητική ενίσχυση. Η θετική ενίσχυση σχετίζεται με τον έπαινο ενός παιδιού, όταν αυτό συμπεριφέρεται με τον αρμόζοντα τρόπο. Αυτή η ενίσχυση μπορεί να είναι ένα «μπράβο», μια αγκαλιά, μια υλική ανταμοιβή ή ακόμα και ένα χαμόγελο που συνοδεύεται και από την εξήγηση, γιατί υπάρχει αυτή η χαρά που το παιδί συμπεριφέρθηκε έτσι.

Η αρνητική ενίσχυση σχετίζεται με την τιμωρία ενός παιδιού, όταν αυτό ξεπερνά τα όρια που του έχουν τεθεί και συμπεριφέρεται κατά πώς έχει δει από άλλους ή κατά πώς το ίδιο κρίνει καλό. Να τονίσουμε εδώ, ότι η αρνητική ενίσχυση είναι καλό να χρησιμοποιείται με μέτρο και να μην υπερισχύει της θετικής ενίσχυσης. Όπως στην περίπτωση της θετικής ενίσχυσης, έτσι και στην περίπτωση της αρνητικής ενίσχυσης, αυτή μπορεί να εκφραστεί με διάφορους τρόπους. Ωστόσο, η θετική ενίσχυση έχει μεγαλύτερα οφέλη από την αρνητική ενίσχυση. Αρχικά, τα αποτελέσματά της είναι πιο άμεσα, μπορούν να τονώσουν την αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του παιδιού και, τέλος, να διατηρήσουν αυτή τη λειτουργική συμπεριφορά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, μιας και το επαινούν γι’ αυτό που κάνει.

Το σημαντικό είναι οι γονείς να βρουν τον καταλληλότερο τρόπο, για να διδάξουν στο παιδί τους τα όρια και την αρμόζουσα συμπεριφορά για κάθε δεδομένη στιγμή.


ΤΙΡ: Όπως και αν επιλέξετε να διδάξετε στο παιδί σας τα όρια και την κατάλληλη συμπεριφορά, προσπαθήστε να του εξηγήσετε γιατί είναι καλύτερη η συμπεριφορά που του παρουσιάζετε. Μόνο τότε έχει νόημα η όποια ενίσχυση. Μόνο τότε το παιδί θα καταλάβει.

0
Feed