Η απώλεια είναι ένα βίωμα, που στο άκουσμα της και μόνο πολλοί άνθρωποι ακινητοποιούνται και νιώθουν ανήμποροι να τη διαχειριστούν. Ο άνθρωπος την απώλεια τη βιώνει από το πρώτο λεπτό της γέννησης του, όταν ως νεογέννητο αποχωρίζεται τη μήτρα της μητέρας του, όπου ζούσε για εννέα μήνες. Άλλες απώλειες στη ζωή του ατόμου είναι το άγχος αποχωρισμού, ο θάνατος κάποιου οικείου, μια μετακόμιση ακόμη και η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος για το παιδί. Απώλεια μπορεί να βιωθεί στο εργασιακό περιβάλλον, στις κοινωνικές σχέσεις του ατόμου, στην υγεία, στις προσωπικές σχέσεις ακόμη και σωματικά (απώλεια κάποιου μέλους του σώματος).
Ο χωρισμός αποτελεί μια απώλεια και περνάει τα ίδια στάδια διαχείρισης με τη φυσική απώλεια, το θάνατο. Τί γίνεται όμως όταν σε έναν χωρισμό συμμετέχουν και παιδιά; Στην περίπτωση των παιδιών, αυτά είναι που βιώνουν πιο άμεσα την απώλεια και το χωρισμό. Τα παιδιά είναι τα θύματα αυτής της κατάστασης και όταν το περιβάλλον δεν είναι υποστηρικτικό, τότε η απώλεια βιώνεται πολύ πιο έντονα και επώδυνα. Αυτό, το βλέπουμε στις περιπτώσεις όπου, μετά το χωρισμό ο ένας γονιός φεύγει εντελώς από τη ζωή του παιδιού του, είτε γιατί δεν θέλει επαφές με το παιδί είτε ως εκδίκηση στον άλλο γονιό. Το βλέπουμε ωστόσο και στην περίπτωση του γονιού που έμεινε αλλά δεν μπορεί να διαχειριστεί το χωρισμό του και κατά συνέπεια δε μπορεί να βοηθήσει και το παιδί να καταλάβει τη νέα συνθήκη που προέκυψε, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιεί άσχημους χαρακτηρισμούς για τον άλλο γονιό μπροστά στο παιδί. Σκεφτείτε σε αυτό το σημείο, τί συναισθηματικό αντίκτυπο έχει όλο αυτό στο παιδί.
Αυτή την έρευνα έκανε ο Bowlby, ο οποίος κατέληξε στο γεγονός ότι τα παιδιά βιώνουν την απώλεια και το πένθος με τον ίδιο τρόπο, που τα βιώνουν και οι ενήλικες και μοιάζει με την περίοδο της εφηβείας, όπου έρχεται η συνειδητοποίηση, ότι δεν αλλάζει κάτι από αυτό, που έχει συμβεί. Ακόμη, είδε ότι η διαδικασία του πένθους σχετίζεται και με το άγχος αποχωρισμού-έντονη διαμαρτυρία, απελπισία και τελικά αποδέσμευση. Όταν το παιδί βιώσει μια απώλεια, η ηρεμία του έρχεται μέσα από ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον. Αυτό, ουσιαστικά σημαίνει ότι, το παιδί αναζητά κάποιον να είναι δίπλα του προκειμένου, να μπορέσει να διαχειριστεί αυτό που έχει συμβεί. Σε αντίθετη περίπτωση, η αδυναμία να βρει ένα ασφαλές και σταθερό περιβάλλον και κατά συνέπεια η αδυναμία να διαχειριστεί την απώλεια, είναι γεγονότα, που μπορούν να το επηρεάζουν για το υπόλοιπο της ζωής του.
Η απώλεια σε μια οικογένεια μπορεί κάποιες φορές να σχετίζεται και με απώλεια ενός από τα παιδία της οικογένειας ή με γέννηση ενός παιδιού με κάποια σοβαρή νόσο. Στην πρώτη περίπτωση, οι γονείς αντιδρούν πιο έντονα καθώς συνήθως είναι κάτι ξαφνικό, ενώ στη δεύτερη περίπτωση έχουν το χρόνο να διαχειριστούν τη νέα πραγματικότητα. Ακόμη, πολύ συχνά βλέπουμε τους γονείς να αποκτούν μια νέα στάση και συμπεριφορά προς τα παιδιά που έμειναν. Τις πιο πολλές φορές γίνονται υπερπροστατευτικοί με τα παιδιά τους. Κάτι που έχει ως αποτέλεσμα, τα παιδιά να ‘πνίγονται’ από την υπερβολική αγάπη και να μη μπορούν να βιώσουν με άνεση και ελευθερία την απώλεια του άλλου παιδιού. Εκτός των άλλων, αυτά χάνουν την αίσθηση του εαυτού τους και αποκτούν μια διαφορετική αντίληψη για την εικόνα τους και τον κόσμο γύρω τους. Αυτό δεν είναι καθόλου βοηθητικό για τα παιδιά ούτε στη βίωση της απώλειας ούτε στη μετέπειτα ζωή τους.
Υπάρχουν διάφορα είδη απώλειας και η διαχείριση της είναι κάτι πολύ προσωπικό και μοναδικό. Όσοι βιώνουν απώλεια περνάνε από κάποια στάδια, είτε τα αναγνωρίζουν είτε όχι. Στην περίπτωση των παιδιών, αυτά χρειάζονται ειδικό χειρισμό και πάνω απ’ όλα σταθερότητα και ασφάλεια.